Γράφει ο Δημοσθένης Κούρτοβικ
Ο Νίκος Ρωμανός ήταν δεκαπέντε χρονών, όταν σκοτώθηκε μπροστά στα μάτια του από σφαίρα αστυνομικού ο φίλος και συνομήλικός του Αλέξης Γρηγορόπουλος. Σε αυτή την ηλικία, ακόμη και λιγότερο δραματικά βιώματα σε σημαδεύουν για πάντα. Εξίσου, αν όχι περισσότερο καθοριστικό, μπορεί να είναι όμως αυτό που βιώνεις καθημερινά σε ακόμη τρυφερότερη ηλικία. Ας πούμε στα δώδεκα-δεκατρία. Τόσο ήταν ο Νίκος Ρωμανός, όταν η μητέρα του έγραψε το μυθιστόρημα που την έκανε διάσημη, το «Μαμάδες βορείων προαστίων».
Γράφει ο Τάκης Θεοδωρόπουλος
Οταν το καλοκαίρι του 2003 η αστυνομία συνέλαβε τους αδελφούς Ξηρούς μάθαμε πως ήταν παιδιά μιας φτωχής οικογένειας κάποιου ιερέα. Προσωπικά θυμάμαι τη μορφή του πατέρα όπως τον είχα δει σε κάποια φωτογραφία της εποχής. Ενας ψηλός, ευθυτενής άνδρας, που στεκόταν με το κεφάλι σκυφτό. Ενας παπάς σαν όλους τους άλλους. Η μητέρα, αν δεν κάνω λάθος, μεγάλης ηλικίας κι αυτή θα μπορούσε κάλλιστα να βγαίνει από κάποια σκηνή της αγροτικής ψωροκώσταινας. Μια γυναίκα ντυμένη στα μαύρα απ’ αυτές που κάποτε κατοικούσαν την ελληνική ύπαιθρο.
Γράφει ο Δημήτρης Ρηγόπουλος
Η ανακοίνωση της πρόθεσης του ομίλου Λασκαρίδη να συνεισφέρει οικονομικά στην αποκατάσταση της πλατείας Συντάγματος ήταν μία είδηση που δεν έτυχε της προβολής που της άξιζε. Και δεν έφταιγαν τα μέσα γι’ αυτό.
Ο εν λόγω όμιλος ελέγχει πλέον δύο ιστορικά ξενοδοχεία της Αθήνας, τη Μεγάλη Βρεταννία και το King George. Σε μία κίνηση υψηλής κοινωνικής ευσυνειδησίας προσφέρθηκε να συνδράμει τον αποκαμωμένο οικονομικά Δήμο Αθηναίων έτσι ώστε η επίσημη πλατεία της πρωτεύουσας να μην παρουσιάζει τη σημερινή θλιβερή εικόνα με τα σπασμένα μαρμάρινα στοιχεία, τα πρόχειρα καθιστικά και τις μισοφαγωμένες σκάλες.
Ίσως το εσωτερικό άκρο του έρωτα δεν καταλήγει ποτέ στο εξωτερικό άκρο του εγκλήματος, αν δεν συντρέχουν καταλυτικά άλλοι ενδογενείς παράγοντες, πολλοί λιγότερο τραγουδισμένοι από το πάθος.
H κ. Γιάννα Αγγελοπούλου έγραψε στη Huffington Post ένα άρθρο για την ανεπάρκεια στην αξιοποίηση της ολυμπιακής κληρονομιάς. Μόνο που η ανεπάρκεια δεν βρίσκεται εκεί, αλλά στη γενικότερη θεώρηση του τρόπου με τον οποίο αντιμετωπίζουμε τα πράγματα. Οι κυβερνήσεις της ολυμπιακής προετοιμασίας κατασκεύασαν μεγάλα έργα χωρίς καμία πρόνοια για την εκμετάλλευση τους στη συνέχεια. Δεν διδάχθηκαν από προηγούμενες διοργανώσεις, όπως το Σίδνεϊ. Και φαίνεται ότι το ίδιο έκανε και το Λονδίνο. Οκτώ χρόνια μετά οφείλουμε να δούμε τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας με ρεαλιστική ματιά. Όχι ως δισεκατομμύρια που χάθηκαν, αλλά ως ευκαιρία που δεν αξιοποιήθηκε. Ως τη χαμένη ευκαιρία μιας γενιάς.
Η Ελένη Καλογεροπούλου καλύπτει το ρεπορτάζ (= λέει όλο καλά λόγια υπέρ) του Σύριζα στο απογευματινό δελτίο του σταθμού, αλλά παρ' ό,τι το κάνει με εξοργιστικά έντονο τρόπο, κατά βάθος υποψιάζεσαι ότι ανέλαβε το ρόλο με μισή καρδιά - χωρίς να τον πιστεύει.
Δεν θυμάμαι παλιότερα αν στις εκπομπές και στα δελτία που συμμετείχε ως δημοσιογράφος έβγαζε κάποια σημαία της Αριστεράς και την κουνούσε. (Κάποιος μου είπε πως κάποτε με τον ίδιο τρόπο προωθούσε τη Δεξιά, άλλος την αποκαλεί σε ιστοσελίδα "Η άλλοτε Πασοκάρα – ομαδάρα Ελένη Καλογεροπούλου" επειδή ήταν στη Γ.Γ. Τύπου.)
Του Γρηγόρη Τσιούκα, νομικού.
1.Η απόφαση της πλειοψηφίας της Ολομέλειας του ΣτΕ θέτει ως προϋπόθεση για τη συνταγματικότητα των ρυθμίσεων που διέπουν την ελληνική ιθαγένεια το να διασφαλίζουν ότι αυτός που αποκτά την ελληνική ιθαγένεια είναι εμποτισμένος με τα ελληνικά ήθη, έθιμα και παραδόσεις. Αλήθεια μήπως η συλλογιστική αυτή αμφισβητεί την κτήση της ελληνικής ιθαγένειας από πρόσωπα δεύτερης, τρίτης, τέταρτης (και ούτω καθεξής) γενιάς που κατάγονται από Έλληνες μετανάστες στις ΗΠΑ και την Αυστραλία; Μήπως πρέπει και γι` αυτούς να επανεξεταστεί το θεσμικό πλαίσιο ώστε να διασφαλίζεται ότι έχουν επαφή με τα ελληνικά ήθη, έθιμα και παραδόσεις; Και αν διαπιστώνεται ότι δεν έχουν τέτοια επαφή μήπως είναι αντισυνταγματικό να αποκτούν την ελληνική ιθαγένεια «αυτόματα» λόγω γέννησης;
Γράφει ο Κώστας Γιαννακίδης
Το υπουργείο Ανάπτυξης κατέθεσε ένα νομοσχέδιο με τον βαρύγδουπο τίτλο «Κατεπείγουσες ρυθμίσεις για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας». Για πράξεις νομοθετικού περιεχομένου πρόκειται, αλλά, τέλος πάντων, κρατάμε μόνο τον τίτλο και αλλάζουμε υπουργείο, πηγαίνουμε στο Δικαιοσύνης. Το υπουργείο Δικαιοσύνης έχει τόσο χιούμορ που του μένει και περίσσευμα πάνω από το γκρίζο των δικαστηρίων και το μαύρο των φυλακών. Μέσα, λοιπόν, στο νομοσχέδιο με τις ρυθμίσεις που περιμένει η ανάπτυξη για να έρθει, κατέθεσε μία τροπολογία. Αναπτυξιακή; Ναι, αρκεί να φυτέψεις τη φαιδρά πορτοκαλέα.
Γράφει ο Κωστής Παπαϊωάννου
Η ένοπλη βία απειλεί τη δημοκρατία και πρέπει να αντιμετωπίζεται με αποφασιστικότητα. Οι συλληφθέντες της Κοζάνης θα κριθούν από την ελληνική δικαιοσύνη και θα αντιμετωπίσουν τις συνέπειες των πράξεών τους. Αποτελεί λοιπόν αναντίρρητα επιτυχία των διωκτικών αρχών η σύλληψή τους. Η πραγματικότητα όμως δεν επιτρέπει να περιοριστούμε στην αυτονόητη καταδίκη της εγκληματικής δράσης τέτοιων ομάδων και στα συγχαρητήρια προς τους διώκτες τους. Κάτι τέτοιο θα ήταν αδικαιολόγητη εθελοτυφλία, γιατί μετά τις συλλήψεις γίναμε όλοι μάρτυρες μιας εκτροπής από τη νομιμότητα.
Γράφει ο Ανδρέας Πετρουλάκης
To προσέξατε φαντάζομαι ότι όσοι κινήθηκαν στο φάσμα ανοχή-αποδοχή-ειρωνεία για να μιλήσουν για την αστυνομική βία εναντίον των συλληφθέντων στο Βελβεντό, σχεδόν ανεξαιρέτως πυκνώνουν της τάξεις αυτών που εξισώνουν ασυζητητί την ακροδεξιά με την αριστερή βία. Ασφαλώς δεν αποτελούν το σύνολό τους. Το «δεν υπάρχει καλή και κακή βία» είναι η καραμέλα τους- εγώ νομίζω ότι ισοπεδώνει και συσκοτίζει την πραγματικότητα γιατί κάθε βία δεν είναι ίδια. Σίγουρα, πάντως συμφωνούσαμε ότι κάθε βία είναι κακή, ανεξαιρέτως. Τώρα μαθαίνουμε ότι εξαιρείται η αστυνομική βία.
Φιλοξενία ιστοσελίδας Operon