Σχετικά με το μητρικό θηλασμό μετά τους 6 μήνες, μόνο το 9% διατήρησαν το θηλασμό σε συμπληρωμένους 9 μήνες και το 6% σε συμπληρωμένους 12 μήνες. Φαίνεται επίσης από τα αποτελέσματα της μελέτης ότι το επίπεδο του αποκλειστικού μητρικού θηλασμού στη χώρα μας είναι χαμηλό. Την πρώτη ημέρα της ζωής θήλασαν αποκλειστικά το 41% των γυναικών, στο τέλος του πρώτου μήνα θήλαζε μόλις το 21%, στο τέλος του 3ου μήνα 11% και τον 6ο μήνα το ποσοστό αυτό σχεδόν μηδενίστηκε (0,8%).
Επισημάνθηκε επίσης στη μελέτη πως το 35% των γυναικών δήλωσαν ότι φεύγοντας από το μαιευτήριο τους δόθηκε δωρεάν δείγμα τροποποιημένου αγελαδινού γάλακτος. Σχεδόν διπλάσιος αριθμός γυναικών (65%) έλαβαν κατά την έξοδό τους από το μαιευτήριο γραπτή συνταγή ή σημείωμα για κάποιο τροποποιημένο γάλα αγελάδας. Εμπόδιο λοιπόν στον θηλασμό γίνεται το επιθετικό και διαδεδομένο μάρκετινγκ των υποκατάστατων μητρικού γάλακτος, παράλληλα με τις αναποτελεσματικές εθνικές πολιτικές που δεν υποστηρίζουν την άδεια γαλουχίας και την ελλιπή ενημέρωση και κατανόηση των κινδύνων από την απουσία μητρικού θηλασμού.
Ο θηλασμός είναι πολύ σημαντικός, ειδικότερα το πρώτο 6μηνο της ζωής ενός βρέφους, το οποίο πρέπει να διατρέφεται αποκλειστικά με μητρικό γάλα.
Το μητρικό γάλα τους παρέχει όλα τα απαραίτητα συστατικά για υγιή ανάπτυξη και αντισώματα που τα προστατεύουν από τις ασθένειες (σημαντικό για την άμυνα του οργανισμού). Είναι άμεσα διαθέσιμο, έρχεται αποστειρωμένο, οικονομικό, δεν απαιτεί ιδιαίτερη διαδικασία και εξοπλισμό και εξασφαλίζει ότι τα μωρά λαμβάνουν τα απαραίτητα συστατικά.
Επίσης, ο θηλασμός ωφελεί και τις μητέρες, αφού εκείνες που θηλάζουν διατρέχουν μειωμένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού και τις βοηθά να επιστρέψουν στα κιλά που διατηρούσαν πριν από την εγκυμοσύνη (αυξημένη κατανάλωση θερμίδων μέσω του θηλασμού). Δεν πρέπει να παραλείψουμε να πούμε ότι τα υποκατάστατα μητρικού γάλακτος δεν περιέχουν όλα αυτά τα αντισώματα που υπάρχουν στο μητρικό γάλα.
Επιπλέον οφέλη του μητρικού θηλασμού είναι:
Α) Ο κίνδυνος μόλυνσης του γάλακτος είναι ελάχιστος.
Β) Το μητρικό γάλα είναι πλούσιο σε προστατευτικούς παράγοντες, λυσοζύμη, λακτοσφαιρίνη, κυτταρικά στοιχεία (ουδετερόφιλα, μακροφάγα και λεμφοκύτταρα) αλλά επίσης αντιβακτηριδιακές και αντιπαρασιτικές πρωτεΐνες, αντιφλεγμονώδεις ουσίες, αυξητικούς παράγοντες και ορμόνες προαγωγής-αύξησης της εντερικής χλωρίδας και αναστολείς του μεταβολισμού παθογόνων μικροβίων.
Γ) Τα βρέφη που θηλάζουν είναι λιγότερο εκτεθιμένα σε λοιμώξεις και ιδίως σε γαστρεντερίτιδες.
Δ) Τα βρέφη που θηλάζουν σιτίζονται με βάση το αίσθημα της πείνας και του κορεσμού και όχι με βάση ωράρια και δεδομένο όγκο στο μπιμπερό. Αυτό δημιουργεί υγιείς βάσεις διατροφικής συμπεριφοράς και περιορίζει τον κίνδυνο παχυσαρκίας.
Ε) Τα βρέφη που θηλάζουν δεν ευνοούνται μόνον από τη σύσταση του γάλακτος αλλά και από τη διαδικασία του θηλασμού και τη στενότερη φυσική επαφή με τη μητέρα.
Ζ) Η θερμοκρασία της τροφής είναι με ακρίβεια ρυθμισμένη.
Συμπεραίνουμε λοιπόν πως το μητρικό γάλα αποτελεί ζωτικής σημασίας τροφή για κάθε παιδί που έρχεται σε αυτόν τον κόσμο. Δυστυχώς όμως, σύμφωνα με τ’ αποτελέσματα ερευνών, εννιά στις δέκα μητέρες στην Ελλάδα ξεκινούν να θηλάζουν το μωρό τους και εγκαταλείπουν την προσπάθεια τους λίγο αργότερα. Για να μειωθούν αυτά τα ποσοστά χρειάζεται περισσότερη πληροφόρηση, υποστήριξη των νέων μητέρων απ’ τους φορείς Υγείας και περισσότερες καμπάνιες ενημέρωσης για τη σπουδαιότητα του μητρικού θηλασμού.